Η νεα γενια
Ο σπαταλος και ο κακογουστος

Utopia in Progress
Utopia in Progress | Foto: Ilja Mess

Είκοσι νέοι με ένα λόγο μεστό και γεμάτο χιούμορ ανεβάζουν την παράσταση «Utopia in Progress» που παρουσιάζεται στην Κωνσταντία και στη Θεσσαλονίκη. Μιλούν για τα όνειρα, τους φόβους τους, το χρήμα, την πολιτική. Η Μαρία Ρηγούτσου παρακολούθησε την πρεμιέρα.

Ποιά είναι η αλήθεια μας; Τι φοβόμαστε; Τι ονειρευόμαστε; Ποιός είσαι εσύ; Ποιός είμαι εγώ; Πώς θα είναι το μέλλον; Τί ξέρεις για μένα; Τί ξέρω για σένα; Κάποιες μόνο από τις ερωτήσεις στις οποίες κλήθηκαν να απαντήσουν είκοσι νέοι ηλικίας δεκαέξι μέχρι εικοσιτριών ετών από την Ελλάδα και τη Γερμανία με στόχο να ανεβάσουν μια κοινή θεατρική παράσταση. «Utopia in Progress» είναι ο τίτλος του έργου που έγινε με τη συνεργασία του Κρατικού Θεάτρου της Κωνσταντίας και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος με την υποστήριξη του Goethe-Institut Θεσσαλονίκης. Η παράσταση τους έδωσε την ευκαιρία να γνωριστούν, να ζήσουν για μερικές εβδομάδες και να δουλέψουν μαζί στη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντία. Το αποτέλεσμα των επαφών αυτών ήταν μια ολοζώντανη πρεμιέρα, γεμάτη χιούμορ και συγκίνηση που δόθηκε τις τελευταίες μέρες του Απριλίου 2014 στη μικρή, ειδυλλιακή πόλη της νότιας Γερμανίας.

«Σαν όχημα για όλο αυτό το εγχείρημα και δραματουργικό άξονα πήραμε τους Όρνιθες του Αριστοφάνη, όπου οι δυο βασικοί χαρακτήρες προσπαθούν να φτιάξουν μια ιδανική πολιτεία και για αυτό το λόγο πηγαίνουν στα πουλιά. Δεν θέλαμε να παίξουμε όμως τους Όρνιθες. Χρησιμοποιήσαμε το έργο περισσότερο σαν εργαλείο μέσα από το οποίο διατυπώσαμε διάφορες ερωτήσεις. Τις ερωτήσεις αυτές τις κάναμε στα παιδιά σε κύκλους σεμιναρίων και από τις ερωτήσεις αυτές προέκυψε το κείμενο», μας λέει ο Ανέστης Αζάς, ο ένας εκ των δυο σκηνοθετών.

«Ουτοπία για μένα είναι η τέλεια αγάπη», «Εσείς οι Έλληνες ξοδεύετε πολλά» «Κι εσείς οι Γερμανοί είστε τσιγκούνηδες και κακόγουστοι. Φοράτε σανδάλια με κάλτσες». «Θέλω να είμαι περήφανη για κάτι που κατάφερα μόνη μου και όχι γιατί είμαι Ελληνίδα, γεγονός τυχαίο». «Δεν είμαι περήφανη που είμαι Γερμανίδα, είναι βαρετό». «Ντρέπομαι για την ιστορία μας». «Είμαι περήφανος που είμαι Γερμανός. Έχουμε τον Γκαίτε, τον Σίλερ». Δυο κόσμοι, δυο ομάδες έρχονται αντιμέτωπες με τα στερεότυπα και τη διαφορετικότητά τους. Τα παιδιά μιας ευημερούσας κοινωνίας και τα παιδιά μιας κοινωνίας που ζει τις συνέπειες χρόνια λανθασμένων πολιτικών επιλογών. Τα παιδιά της κρίσης και τα παιδιά της ανάπτυξης.

Μύθοι και πραγματικότητες

«Την ιδέα για το έργο την είχε η θεατρολόγος Ζάριτ Στράιχερ: «Ήταν πολλοί οι λόγοι που με οδήγησαν να προτείνω αυτό το projekt. Το θέατρο της Κωνσταντίας έχει κεντρικό άξονα αυτή τη χρονιά το θέμα «Μύθοι, παραμύθια, Ευρώπη». Ήταν μια πρόκληση για μένα γιατί είπα ότι θα πρέπει οπωσδήποτε να κάνουμε κάτι με την Ελλάδα. Είμαι εδώ και χρόνια θιασώτης της Ελλάδας, την επισκέπτομαι συχνά και παρατηρούσα όλες αυτές τις προκαταλήψεις ανάμεσα στις δυο χώρες εξαιτίας της πολιτικής λιτότητας και της οικονομικής κρίσης. Αυτό μου έδωσε την ιδέα να πάω στο διευθυντή και να πω ότι θα πρέπει να κάνουμε κάτι με τη Ελλάδα και κυρίως με τους νέους».

Οι νέοι από τις δυο χώρες δεν είναι όλοι ηθοποιοί ή δεν σπουδάζουν υποκριτική. Γεγονός που δεν έκανε καθόλου εύκολη τη δουλειά των δυο σκηνοθετών, του Ανέστη Αζά και του Πρόδρομου Τσινικόρη. Όλοι όμως είχαν κάτι ουσιαστικό να διηγηθούν. Ορισμένοι μίλησαν για την κρίση ταυτότητας που βιώνει κανείς όταν μεγαλώνει σε μια χώρα, από την οποία δεν κατάγονται οι γονείς του. Άλλη γλώσσα μιλάς στο σπίτι, άλλη με τους φίλους σου. Συχνά όμως και η κοινή γλώσσα που μιλάς με τους γονείς δεν σημαίνει απαραίτητα και κοινές αντιλήψεις και αυτό ανεξάρτητα αν είσαι Έλληνας ή Γερμανός. Πως να τους πεις πως θα γίνεις ηθοποιός; Και για τον έρωτα με έναν Τούρκο πως να μιλήσεις; «Μπαμπά είμαι ομοφυλόφιλος», παραδέχεται επί σκηνής ένας νεαρός. 

Αυθόρμητοι, ζωντανοί, άμεσοι. Ο λόγος τους αληθινός, όπως αληθινός και συγκινητικός είναι και ο λόγος κάποιων γονιών. Πάνω σε μια γιγαντοοθόνη στο βάθος της σκηνής προβάλλονται αποσπάσματα συνεντεύξεων τους. Τι θα άλλαζες αν μπορούσες; «Όλα» απαντά γελώντας ένας από αυτούς και συμπληρώνει: «Θα ήθελα η κόρη μου να κάνει μια δουλειά που να βγάζει λεφτά και όχι να μου παίρνει συνεντεύξεις».

Ένα έργο που δεν έχει απαντήσεις αλλά θέτει ερωτήματα

Η παράσταση έχει μια απίστευτη δυναμική. Πυκνός λόγος που εναλλάσσεται με δυνατή μουσική και χορό. Στο κάτω κάτω αυτό που πάνω από όλα τους ενώνει, παρά τις όποιες διαφορές, είναι τα νιάτα τους, η ενέργεια και η χαρά της ζωής. Από το φασισμό και τη Χρυσή Αυγή περνάνε με χιούμορ στο τι θα έκαναν οι ίδιοι αν ήταν δικτάτορες. Κάποια θα σκότωνε όλες τις γυναίκες που ζυγίζουν κάτω από πενήντα πέντε κιλά. Κάποια άλλη θα έδινε 300 ευρώ σύνταξη στους βουλευτές. Στο τέλος βάζουν στο παιχνίδι και το κοινό. Ο κόσμος συμμετέχει, γελάει, χειροκροτεί επανειλημμένα. Ο Πρόδρομος Τσινικόρης σχολιάζει το φινάλε της παράστασης: «Αυτό που λέει ο Φαμπιάνο, ότι εγώ δεν ασχολούμαι με την πολιτική γιατί είμαι ικανοποιημένος με τη ζωή μου, ότι διαβάζω την εφημερίδα και την αφήνω μετά, ότι έχω πονοκέφαλο να συζητάμε συνέχεια για την πολιτική και για τη ζωή μας, τι είναι σωστό και τι είναι λάθος και ότι έχω την αίσθηση ότι η ζωή μας κάνει κύκλους και μετά πέφτει ένα απότομο σκοτάδι στη σκηνή, για μένα είναι ένα φινάλε που επιλέγει να είναι με ερωτηματικό».