Απο την πολη στο χωριο
Οι γενναίοι της υπαίθρου

O Λεωνίδας είναι ευτυχισμένος με το επαγγελματικό του ξεκίνημα στην ελαιουργεία
O Λεωνίδας είναι ευτυχισμένος με το επαγγελματικό του ξεκίνημα στην ελαιουργεία | © Κώστας Κατριός

​Ακολουθώντας το σύνθημα «επιστροφή στη φύση» ολοένα και περισσότεροι Έλληνες αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τα αστικά κέντρα και να ασχοληθούν επαγγελματικά με τον πολλά υποσχόμενο πρωτογενή τομέα.

Η αθρόα προσέλευση κόσμου στα σεμινάρια  στο Κτήμα Συγγρού, όπου στεγάζεται το Ινστιτούτο Γεωργικών Επιστημών, είναι ενδεικτική της στροφής στη γεωργία. «Στο τρέχον εξάμηνο έχουμε 699 μαθητές, που παρακολουθούν 24 σεμινάρια σε 19 διαφορετικά αντικείμενα» λέει ο κ. Γιώργος Μπαλωτής, προϊστάμενος διεύθυνσης του Ι.Γ.Ε.. «Το ένα τρίτο των μαθητών μας εκπαιδεύονται στη μελισσοκομία» προσθέτει ο ίδιος επιβεβαιώνοντας τη φήμη της μελισσοκομίας ως της πλέον δημοφιλούς ειδικότητας. «Το σύμπαν των μελισσών γοητεύει, ενώ η μελισσοκομία επιτρέπει στον εκάστοτε ενδιαφερόμενο να την εξασκεί εκ παραλλήλου με άλλες δραστηριότητες» εξηγεί ο κ. Μπαλωτής σχετικά με τους λόγους που οι Αθηναίοι έχουν «κολλήσει» με τα μελίσσια. «Σήμερα, λειτουργούν πέντε τμήματα μελισσοκομίας» προσθέτει, «μεγάλη ζήτηση όμως έχουν εξίσου και τα μαθήματα αμπελουργίας, δενδροκομίας, ελαιοκομίας και αρωματικών φυτών». Το αποκορύφωμα του ενδιαφέροντος, πάντως, είχε παρατηρηθεί το 2013. «Τότε φτάσαμε να έχουμε 400 φερέλπιδες μελισσοκόμους και συνολικά 2.600 μαθητές όλο το ακαδημαϊκό έτος». 

Βασιλης Γκιωνης: «Δουλευοντας στη φυση, χανω την αισθηση του χρονου»

Ο Βασίλης Γκιώνης, πρώην πολιτικός μηχανικός και σήμερα επαγγελματίας μελισσοκόμος στην Ηλεία, εγγράφηκε στο σεμινάριο, όχι επειδή αναζητούσε επιπλέον εισόδημα, αλλά ένα... αγχολυτικό στη στρεσογόνα καθημερινότητα του. Δουλεύοντας ήδη από φοιτητής ο 32χρονος τότε Βασίλης είχε φτάσει κοντά στο burn out. «Ως μηχανικός σε δύο εταιρείες ταυτόχρονα, είχα εργαστεί 2,5 μήνες συνεχόμενα, χωρίς ρεπό ή διακοπή το Σαββατοκύριακο» θυμάται.  
«Άρχισα, λοιπόν, να απελευθερώνω ορισμένα απογεύματα, για να πηγαίνω στο μάθημα» περιγράφει για την άσκηση αποσυμπίεσης. «Αν και ήμουν στο πόδι από τις 6 το πρωί, απολάμβανα το μάθημα». Στη μελισσοκομία κατέληξε επηρεασμένος από τον παππού του, που διατηρούσε μελίσσια για να εξασφαλίζει το μέλι της οικογένειας. Ο Βασίλης πείθει, μάλιστα, και τη μητέρα του που έχει μόλις συνταξιοδοτηθεί, να γυρίσει στα θρανία. «Κάθε βδομάδα έπαιρνε το ΚΤΕΛ και ερχόταν για τρεις μέρες Αθήνα» λέει με καμάρι ο γιος της. Μητέρα και γιος ενθουσιάζονται.

Ο Βασίλης κατά την παραγωγή μελιού
Ο Βασίλης κατά την παραγωγή μελιού | © Βασίλης Γκιώνης
Η μεγάλη απόφαση λαμβάνεται κατά την εκπαιδευτική επίσκεψη της τάξης σε μια μονάδα μελισσοκομίας στην Αχαγιά. «Η στιγμή που η βασίλισσα εκκολάπτεται με συνεπήρε». Προκειμένου να διαπιστώσει αν μπορεί να εξασκήσει τη μελισσοκομία επαγγελματικά, ο Βασίλης κάνει άμισθη πρακτική για έναν χρόνο στην Αχαγιά, ενώ εξακολουθεί δύο φορές την εβδομάδα να επιβλέπει στην Αττική τα οικοδομικά έργα που είχε αναλάβει ως μηχανικός. «Το 2010 βάζω τα πρώτα μου μελίσσια και εκδίδω μελισσοκομικό βιβλιάριο» διηγείται σήμερα από τα γραφεία της «Ελληνικής Μελισσοκομικής» στη Ζαχάρω, όπου εργάζεται πυρετωδώς έχοντας ως συμπαραστάτες τα ξαδέλφια του και την ευρύτερη οικογένεια. «Το κύριο προϊόν είναι η γύρη και ο βασιλικός πολτός» διευκρινίζει, «εμπορεύομαι μικρές ποσότητες μέλι». Ωστόσο, «το θετικό στη μελισσοκομία είναι ότι μπορώ ανάλογα με τη ζήτηση να αλλάζω κάθε χρόνο τις προτεραιότητές μου». Ο Βασίλης βιοπορίζεται πλέον από το νέο του επάγγελμα, αλλά δεν εφησυχάζει: διαβάζει συνεχώς, δοκιμάζει νέες μεθόδους, συμμετέχει σε εκθέσεις. «Θέλω κάθε μου απόφαση να τεκμηριώνεται και επιστημονικά» συμπληρώνει ο μελισσοκόμος- μηχανικός, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ζυρίχη. «Μετακινώ μελίσσια στη Βυτίνα και το Καρπενήσι, για να παράγουμε μέλι ελάτης, στην Αργολίδα και τον Πύργο για το μέλι πορτοκαλιάς» εξηγεί. «Η μεταφορά πρέπει να γίνεται ορισμένη στιγμή και με τον κατάλληλο τρόπο». Ο νέος τρόπος ζωής φαίνεται ότι τον στρεσάρει λιγότερο. «Δουλεύοντας με τη φύση, χάνω την αίσθηση του χρόνου» ομολογεί, «μου έχει συμβεί να πάω στην τράπεζα… Κυριακή».

Λεωνιδας Καναλης: «Η γεωργια με αλλαξε ως ανθρωπο»

«Πήγαινε να βρεις καμιά κανονική δουλειά». Αυτή τη συμβουλή έδιναν φίλοι και γνωστοί στον νεαρό Λεωνίδα, όταν εκείνος ανέφερε την πρόθεσή του να ασχοληθεί με την ελαιοκομία. Είχε προηγηθεί μια σύντομη πορεία στον χώρο της εστίασης: «Από το 2007 έως το 2010 είχα ένα ουζερί στα Εξάρχεια». Η οικονομική κρίση του βάζει «λουκέτο». «Έπειτα πήγα στη Νότιο Αφρική και δούλεψα για οκτώ μήνες σε ταβέρνα συγγενών μου» θυμάται σήμερα ο 31χρονος Λεωνίδας, «το κλίμα εκεί, όμως, δεν με σήκωσε».
Όντας άνεργος, αρχίζει να φυτεύει λαχανικά στον κήπο του σπιτιού του στην Κερατέα. «Ως παιδί της πόλης ήμουν διστακτικός αλλά η διαδικασία μου άρεσε πολύ». Τότε ήταν που ο Καλαματιανός πατέρας του έδειξε τη συνταγή της γιαγιάς του για σαπούνι με βάση το ελαιόλαδο και απαραίτητα σκεύη μια μεγάλη ξύλινη κουτάλα, ένα καλούπι και μια κατσαρόλα. «Μετά την πρώτη καλουπιά το ερωτεύτηκα» λέει γελώντας, «αποφάσισα να ασχοληθώ σοβαρά». Προκειμένου να εξασφαλίσει την πρώτη ύλη, για να προχωρήσει στη μεταποίηση, νοικιάζει στην Κερατέα ελαιώνα και αρχίζει το διάβασμα. «Το 2013 δηλώθηκα αγρότης και το 2014 εγγράφηκα στο ΕΠΑΣ Συγγρού, στο διετούς φοίτησης επαγγελματικό σχολείο για αγρότες» διηγείται., «Κάθε πρωί έφευγα από την Κερατέα και πήγαινα στο Μαρούσι».

Ο 31χρονος Λεωνίδας στο μάζεμα της ελιάς
Ο 31χρονος Λεωνίδας στο μάζεμα της ελιάς | © Κώστας Κατριός
Δύο χρόνια αργότερα διαθέτει την επαγγελματική πιστοποίηση ως γεωργός, ενώ έχει ήδη ιδρύσει τη γεωργική εταιρεία «Κτήμα Θρίναξ», όνομα που παραπέμπει στο τρικάνι, «το εργαλείο με τα τρία δόντια, με το οποίο ανακατεύουν τα υλικά για το σαπούνι». Σήμερα, η εταιρεία του, την οποία επιχειρηματικά έστησε χάρη στη συμμετοχή του στο πρόγραμμα  ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας (Business Coaching Center) της ΜΚΟ Praksis, παράγει body butter, κηραλοιφή κ σαπούνι felt, που χάρη στην ανάμειξη του με μαλλί προβάτου είναι σαπούνι και σφουγγάρι μαζί. «Σχεδιάζω το επόμενο διάστημα να ιδρύσω ένα ανοικτό εργαστήριο παρασκευής σαπουνιού, όπου θα μπορούν να παρακολουθούν και να συμμετέχουν τουρίστες» προαναγγέλλει.
Ταυτόχρονα, ο νεαρός γεωργός και επιχειρηματίας, που καλλιεργεί τον ελαιώνα στην  Κερατέα και αξιοποιεί εκτάσεις της οικογένειας στην Καλαμάτα, ακολουθεί τις αρχές της αειφορίας. «Δεν κάνω καμία παρέμβαση στο χωράφι για δικό μου όφελος, όπως όργωμα, ενώ εφαρμόζω μεθόδους που ωφελούν το οικοσύστημα και μόνο» διευκρινίζει. «Για να βελτιώσω την ποιότητα του χώματος, φυτεύω αρωματικά φυτά, δεν ψεκάζω». Επίσης, πιστεύει στην αξία της ανταλλακτικής οικονομίας. «Με τον ιδιοκτήτη του ελαιώνα στην Κερατέα έχουμε υπογράψει ένα συμβόλαιο για επίμορτο αγροληψία» επισημαίνει, «τον πληρώνω επομένως σε προϊόν».
Ο ίδιος νιώθει ότι έχει αλλάξει ως άνθρωπος. «Έχω αναπτύξει αρετές που δεν διέθετα, όπως την υπομονή, έχω βρει την ψυχική μου ηρεμία, αποδεχόμενος τον κύκλο της ζωής, έτσι όπως τον βιώνω στο χωράφι» παρατηρεί. «Δρω πλέον διαφορετικά: βρίσκω πρώτα ‘πώς’ και μετά απαντώ στο ‘γιατί’» καταλήγει.

Κωστας Φραγκοπουλος: «Ονειρευομαι μια μερα το μανιταρι να αντικαταστησει το σουβλακι»

Στο Καλαμάκι, ένα μικρό χωριό στο Πήλιο, οι κάτοικοι αδημονούν για την εγκατάσταση μιας νέας μονάδας ανακύκλωσης και καλλιέργειας μανιταριών, με επικεφαλής έναν συγχωριανό τους, τον Κώστα Φραγκόπουλο. Η συλλογή άγριων μανιταριών από το βουνό είναι μια διαδεδομένη συνήθεια μεταξύ των ηλικιωμένων, η καλλιέργεια όμως μανιταριών και δη με φαρμακευτικές ιδιότητες είναι κάτι το καινούριο για το χωριό των 300 κατοίκων. Εξού και όλοι δηλώνουν πρόθυμοι να συμβάλουν στο νέο εγχείρημα- παραχωρώντας τα κτήματά τους ή συνεργαζόμενοι μαζί με τον Κώστα. 
«Το ‘Πήλιον ανακυκλωμένη μάζα’ έχει λάβει έγκριση από το νέο ΕΣΠΑ και αναμένω γρήγορα την εκταμίευση των χρημάτων» εξηγεί ο Κώστας, με μάτια που λάμπουν. Ο Κώστας έχει ζήσει όλη του τη ζωή στη Δυτική Αττική, στο χωριό του πατέρα του πήγαινε μόνον στις γιορτές και τις διακοπές. «Για πάνω από δεκαπέντε χρόνια εργαζόμουν στον τομέα των υπηρεσιών και της μεταποίησης» θυμάται, «μέχρι που ήρθε η κρίση». Εχοντας πια περάσει τα σαράντα,  αρχίζει να αναζητά ψύχραιμα Plan B.
Για τα σεμινάρια στο Ι.Γ.Ε. μαθαίνει από τον κύκλο του. «Τα μανιτάρια με κέρδισαν λόγω του μύθου που τα περιβάλλει» εξηγεί. «Το μανιτάρι ως μύκητας μας παραπέμπει στην πρωταρχική μορφή ζωής». Μετά την ολοκλήρωση της φοίτησης, θέλει να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και αναζητά διαθέσιμους, σκοτεινούς χώρους, για να τοποθετήσει το κατάλληλο υπόστρωμα, που αποτελείται από μείγμα φυτικών ινών, όπου αναπτύσσονται τα μανιτάρια. Οι δοκιμές του βρίσκουν «στέγη» σε εγκαταλελειμμένα κτίρια, τα οποία πολλαπλασιάζονται στην Αττική. «Ο ιδιοκτήτης εμφανίστηκε μόνον σε μία περίπτωση και ο θυμός του γρήγορα μεταλλάχθηκε σε συναίνεση» περιγράφει, «η παρουσία και η δραστηριότητά μου στον χώρο του τον προστάτευε από τη μούχλα, τα ποντίκια και μια ενδεχόμενη κατάρρευση» ισχυρίζεται.
Ο Κώστας εξαρχής έχει επιλέξει να ασχοληθεί με την ποικιλία lentinula ebobes shiitake, που είναι βρώσιμη και συνδέεται με σημαντικές αντικαρκινικές ιδιότητες. «Στο εξωτερικό είναι περισσότερο διαδεδομένη, εδώ σχεδόν άγνωστη» διευκρινίζει, «μόνον άλλες δύο μονάδες το παράγουν στην Ελλάδα». Ακόμα και στο δοκιμαστικό στάδιο, αποκτά τακτικούς πελάτες, κάτι που τον ενθαρρύνει σημαντικά.
«Αποφάσισα, λοιπόν, να δώσω επίσημη μορφή και προοπτική στη δουλειά μου» καταλήγει ο Κώστας, που παρά την αγωνία του τρέφει πολλές προσδοκίες για τα μανιτάρια. «Ονειρεύομαι κάποτε τα μανιτάρια να αντικαταστήσουν στη διατροφή μας το σουβλάκι» λέει γελώντας.