ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ’89
Δρεσδη

ΝΕΑΡΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ

Η παλιά αποθήκη με τους τούβλινους τοίχους φέρει ορατά τα σημάδια του χρόνου. Βρίσκεται στα βορειοανατολικά του κέντρου της Δρέσδης, στις παρυφές της πόλης, και σήμερα λειτουργεί ως κοινωνικό κέντρο με την ονομασία Objekt Klein A. Στο εσωτερικό της, η θεατρική-χορευτική ομάδα JuWie Dance Company φτιάχνει τα σκηνικά της επόμενης παράστασης. Το έργο έχει θέμα τις εξαρτήσεις: ναρκωτικά, κοινωνικά μέσα, αλκοόλ, τηλεόραση. Στο κέντρο του χώρου υπάρχει μια μεγάλη συσκευή τηλεόρασης από παπιέ μασέ. Από εκεί, οι πρωταγωνιστές θα απευθύνονται στο κοινό. Θα χρησιμοποιήσουν τη γλώσσα του σώματος και θα χορέψουν. Χωρίς λόγια. «Θέλουμε να περάσουμε το μήνυμα πως όταν μια εξάρτηση έχει ακραία αρνητικές επιπτώσεις, πρέπει να σταθούμε και να σκεφτούμε» εξηγεί η Wiebke Bickhardt, μία εκ των ιδρυτών της ομάδας. Έχοντας γεννηθεί το 1991, είναι η πρώτη από τους «γεννημένους μετά το ’89» που συναντάμε στην ιστορία μας για τη γενιά μετά την πτώση του Τείχους. Κι η Δρέσδη, η πόλη της πάλαι ποτέ Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΛΔΓ), μια πόλη δυναμική και δημιουργική αλλά και κατά κάποιον τρόπο κλειστή και λιγάκι επαρχιακή ακόμα, είναι το μέρος όπου θα ξεκινήσουμε να χτίζουμε την ιστορία.

Όλες οι παραστάσεις της JuWie Dance Company έχουν στήριξη από κρατικούς πόρους (η επόμενη θα έχει τη στήριξη του Δήμου Δρέσδης). Ωστόσο, είναι δύσκολο να εξασφαλιστεί αυτό, είναι περίπλοκο, το ίδιο ισχύει και για τη χρηματοδότηση της ομάδας. Η ομάδα δεν καταφέρνει πάντα να αμείβεται όπως θα έπρεπε. «Όμως το να εκπλήσσουμε το κοινό, να είμαστε περήφανοι για αυτό που παρουσιάζουμε, είναι κι αυτό μια μορφή ανταμοιβής» λέει η Wiebke, ελεύθερη επαγγελματίας από επιλογή και εκ πεποιθήσεως. Τη ρωτάμε αν θα σκεφτόταν ποτέ να σκηνοθετήσει την ιστορία της Δρέσδης επί εποχής ΛΔΓ. Κι ερχόμαστε έτσι στον πυρήνα της έρευνάς μας: στην αντίληψη και τη γνώση που έχουν οι νέοι άνθρωποι για το Τείχος και τα όσα συνέβησαν μετά την πτώση του. Όχι, τη Wiebke δεν την ενδιαφέρει τόσο να παρουσιάσει το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα στην πόλη της. «Με αυτό ας ασχοληθούν καλύτερα οι ιστορικοί και οι πολιτικοί. Από τη θέση της καλλιτέχνιδας προτιμώ να ασχολούμαι με κοινωνικά θέματα».
Η Wiebke Bickhardt.
Η Wiebke Bickhardt. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia
Όπως και να ’χει, η Wiebke γνωρίζει αυτό το κομμάτι της ιστορίας. Τη γνώση αυτή τη χρωστά σε μεγάλο βαθμό στην οικογένειά της. «Οι γονείς μου μιλούσαν ανοιχτά για τη ζωή την περίοδο του κομμουνισμού. Το ίδιο και οι θείοι μου, που πήραν ενεργά μέρος στις διαμαρτυρίες κατά του καθεστώτος, οι οποίες έγιναν το 1988 στη Δρέσδη και άλλες πόλεις της ΛΔΓ». Επίσης, ο σύζυγός της, προσθέτει η καλλιτέχνιδα, θυμάται αυτή τη χώρα, μια και γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970. «Είναι περίεργο να διαπιστώνεις ότι τα χρόνια αυτά είναι για εκείνον αναμνήσεις παιδικών χρόνων, ενώ για μένα ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν». Αυτό ισχύει για πολλούς άλλους νέους ανθρώπους της γενιάς μετά το 1989. Επειδή ακριβώς σήμερα υπάρχει μια σχετική απόσταση, η Wiebke πιστεύει ότι η ιστορία της ΛΔΓ θα έπρεπε να διαχωριστεί από το κυρίαρχο, υπερβολικά μονόπλευρο ακόμα ιστορικό αφήγημα για τις δύο Γερμανίες: σύμφωνα με αυτό, από τη μια μεριά βρίσκεται η σωστή Γερμανία και από την άλλη η ολοκληρωτική Γερμανία. «Θετικές πτυχές υπήρχαν και στην Ανατολική Γερμανία, όπως το καλά οργανωμένο σχολικό σύστημα ή η χειραφέτηση των γυναικών. Στη Δύση, η γυναικεία χειραφέτηση ήρθε αργότερα».

Στην επανενωμένη Γερμανία, το χάσμα Ανατολής-Δύσης είναι κατά κύριο λόγο οικονομικής φύσης. «Υπάρχουν διαφορές στην αντιμετώπιση θεμάτων όπως οι συντάξεις, το κόστος ζωής και οι μισθοί» λέει η Wiebke. Κατά τη γνώμη της, αυτός είναι ο λόγος που εμφανίστηκε η Pegida, ένα εθνικιστικό κίνημα με ρατσιστικές τάσεις, το οποίο ιδρύθηκε στη Δρέσδη το 2014. Κάθε πρωί, οπαδοί του κινήματος βγαίνουν στους δρόμους με σλόγκαν κατά της πολυπολιτισμικότητας και της φιλελεύθερης σκέψης. «Πιστεύω ότι οι άνθρωποι μετά την Wende, τη “στροφή” του 1989, έτρεφαν μεγάλες ελπίδες για το μέλλον, οι οποίες όμως εν μέρει διαψεύστηκαν ή δεν πραγματοποιήθηκαν. Η άνοδος της Pegida συνδέεται με την απογοήτευση αυτή». Στο σημείο αυτό, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η Wiebke Bickhardt σε καμία περίπτωση δεν συμμερίζεται το πολιτικό μήνυμα του συγκεκριμένου κινήματος, το οποίο παρακολουθεί με προσοχή ο γερμανικός και ο διεθνής Τύπος.

Συναντούμε δύο άλλους ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στο χώρο του θεάτρου: την Anne-Kathrin Hartmann, 23 ετών, μακιγιέζ, και τον Paul Oldenberg, 28 ετών, ηθοποιό. Δουλεύουν και οι δύο στο θέατρο Junge Generation, που απευθύνεται σε παιδιά και εφήβους. Πρόκειται για έναν ιστορικό πολιτιστικό θεσμό της Δρέσδης, ο οποίος το 2016 βρήκε νέα στέγη: ένα παλιό εργοστάσιο, εξαιρετικά ανακαινισμένο. Χάλυβας, τούβλα, ξύλο. Μιλήσαμε με την Anne-Kathrin και τον Paul στα καμαρίνια, στο χώρο του μακιγιάζ, ανάμεσα σε περούκες, καθρέφτες, χτένες και καλλυντικά. Οι δυο τους είναι ζευγάρι. Η Anne-Kathrin κατάγεται από τη Δρέσδη, ο Paul από το Μπόχουμ, ένα από τα πάμπολλα μέρη του μεγάλου δικτύου πόλεων στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, του πολυπληθέστερου ομοσπονδιακού κρατιδίου. Ενός κρατιδίου στη Δύση. Αναπόφευκτα οι δυο τους βλέπουν τη γερμανική ιστορία από διαφορετικές σκοπιές.
Ο Paul Oldenberg και η  Anne-Kathrin Hartmann.
Ο Paul Oldenberg και η Anne-Kathrin Hartmann. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia


Η Anne-Kathrin αφηγείται: «Ξέρω πολύ κόσμο που τα χρόνια της ΛΔΓ είχε μια ήσυχη ζωή, και άλλους που, λόγω του διαφορετικού τρόπου σκέψης τους ή ίσως επειδή πήγαιναν στην εκκλησία, υπέστησαν συνέπειες. Ο παππούς μου, για παράδειγμα, εργαζόταν ως υπάλληλος σε μια ενορία και δεν συμμετείχε στην πολιτική ζωή. Αυτός ήταν ο λόγος, νομίζω, που δεν επιτράπηκε στη μητέρα μου να πάει στο πανεπιστήμιο». Ο Paul επιβεβαιώνει: «Ο πατέρας μου είχε μια πολύ επικριτική στάση απέναντι στη ΛΔΓ, οι πρώην πολίτες της οποίας νιώθουν πως είναι οι ηττημένοι της Επανένωσης επειδή υπέφεραν από τις συνέπειες του καπιταλισμού μετά το 1989». Και προσθέτει, εν είδει ανεκδοτολογικής ιστορίας: «Όταν ήμουν μικρός οι γονείς μου μού έλεγαν ότι ήμουν “το παιδί της Επανένωσης”, γιατί γεννήθηκα στις 25 Οκτωβρίου του 1990, λίγες μέρες μετά την επίσημη επανένωση των δύο γερμανικών κρατών, που τέθηκε σε ισχύ στις 3 Οκτωβρίου. Το αποτέλεσμα ήταν να πιστεύω για πολύ καιρό ότι η γέννησή μου ήταν η πραγματική αιτία για την επανένωση της χώρας!»

Και σήμερα; Σε τι συνίστανται οι διαφορές ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση; Η Anne-Kathrin λέει: «Κάποιοι είναι σαν να έχουν ακόμη το Τείχος στο μυαλό τους, αλλά αυτό δεν συμβαίνει σε μένα. Δεν βλέπω μεγάλα χάσματα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Με ενδιαφέρουν περισσότερο οι διαφορές μέσα στις μεμονωμένες πραγματικότητες, για παράδειγμα ανάμεσα στα πλούσια και τα φτωχά μέρη μιας πόλης. Στη Δρέσδη έχουμε το κέντρο και τις νέες συνοικίες της πόλης όπου ζουν εύποροι άνθρωποι, όπου υπάρχουν καταστήματα και υπηρεσίες, αλλά έχουμε και το Γκόρμπιτς και το Πρόλις (δύο συνοικίες της εποχής του κομμουνισμού, Σ.Σ.). Εκεί οι άνθρωποι ζουν σε μεγάλες, παλιές πολυκατοικίες και δεν νομίζω ότι η ζωή τους είναι ζωή προνομιούχων». Ο Paul συμφωνεί με ένα νεύμα.
 
  • Δρέσδη, Άλτστατ και Έλβας.  

    Δρέσδη, Άλτστατ και Έλβας. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia

  • Δρέσδη, Άλτστατ.  

    Δρέσδη, Άλτστατ. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia

  • Δρέσδη, Άλτστατ και Έλβας.  

    Δρέσδη, Άλτστατ και Έλβας. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia

  • Δρέσδη, Άλτστατ και Έλβας.  

    Δρέσδη, Άλτστατ και Έλβας. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia

  • Νόυστατ, η «hot spot» συνοικία της Δρέσδης.  

    Νόυστατ, η «hot spot» συνοικία της Δρέσδης. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia

  • Νόυστατ, η «hot spot» συνοικία της Δρέσδης.  

    Νόυστατ, η «hot spot» συνοικία της Δρέσδης. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia

TRABANT ΚΑΙ OSTALGIE

Πηγαίνουμε στο μουσείο Die Welt der DDR («Ο κόσμος της ΛΔΓ»), ένα μουσείο για τη ζωή την εποχή του κομμουνισμού. Βρίσκεται στο Νόυστατ, μια συνοικία-σύμβολο της εναλλακτικής Δρέσδης γεμάτη μπαρ, εστιατόρια και καφετέριες στη βόρεια όχθη του Έλβα. Στην αντίπερα πλευρά του ποταμού βρίσκεται η Άλτστατ, ο παλιός πυρήνας της πόλης που το 1945 ισοπεδώθηκε από τους καταστροφικούς βομβαρδισμούς των Συμμάχων και αργότερα ανοικοδομήθηκε υπομονετικά. Ο «Κόσμος της ΛΔΓ» στεγάζεται σε μια πτέρυγα του εμπορικού κέντρου Simmel Centre.
Η Lisa Schönfeld και η Hermine Molle.
Η Lisa Schönfeld και η Hermine Molle. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia
Η Lisa Schönfeld και η Hermine Molle, δύο νεαρές υπάλληλοι του μουσείου, γεννημένες το 1998 και το 1995 αντίστοιχα, μας ξεναγούν στις αίθουσες. Τα εκθέματα είναι ποικίλων ειδών: αφίσες, εφημερίδες, αναπαραστάσεις διαμερισμάτων και σχολικών τάξεων, περιπολικά, στρατιωτικές στολές, συσκευές ραδιοφώνων και τηλεοράσεων. Το πλέον ενδιαφέρον τμήμα της έκθεσης είναι αυτό που παρουσιάζει τα αυτοκίνητα και τις μοτοσικλέτες που κατασκευάζονταν στη ΛΔΓ. «Εδώ βλέπουμε τη ραγδαία εξέλιξη της ιστορίας τα τελευταία χρόνια» λέει η Hermine, ενώ περνάμε μπροστά από τα οχήματα που, όπως και την ίδια τη χώρα στην οποία κατασκευάστηκαν, τα “κατάπιε” η Ιστορία».

Φυσικά δεν λείπει και το Trabant, ένα μικρό και εύθραυστο αυτοκίνητο, η γνωστότερη μάλλον μάρκα της ΛΔΓ. Για ένα τέτοιο αμάξι χρειαζόταν να περιμένει κανείς χρόνια. Έκανες αίτηση και μετά περίμενες υπομονετικά. «Υπομονή χρειαζόταν και όταν έπρεπε να αντικατασταθεί κάποιο μέρος του αυτοκινήτου, έλεγαν οι γονείς μου» αποκαλύπτει η Hermine. Στην ιστορία έχει μείνει και το μηχανάκι Mokick S51. «Από όλα όσα εκτίθενται εδώ, αυτό είναι το αγαπημένο μου. Όταν ήμουν μικρή, τα έβλεπες ακόμη συχνά στους δρόμους» λέει η Lisa Schönfeld. Θα έλεγε κανείς ότι η Lisa έχει την Ostalgie της γενιάς μετά την Επανένωση. «Ostalgie» είναι ο όρος με τον οποίο οι Γερμανοί εκφράζουν τη νοσταλγική ανάμνηση συγκεκριμένων πτυχών της ζωής στη ΛΔΓ ή ορισμένων αντικειμένων της εποχής εκείνης. «Παρ’ όλα αυτά, δεν έχει πολιτική χροιά. Συνδέεται σχεδόν πάντα με προσωπικές και οικογενειακές αναμνήσεις» τονίζει η Lisa, που πιστεύει ότι η «επανένωση της Γερμανίας ήταν και είναι μια θετική διαδικασία».

Η ΠΟΛΗ ΜΕ τις ΠΟΛΛΕΣ ΛΕΣΧΕΣ

Η πρωτεύουσα του κρατιδίου της Σαξονίας έχει ένα φημισμένο πανεπιστήμιο και πάνω από 15 φοιτητικές λέσχες, σημεία συνάντησης των φοιτητών που τα διαχειρίζονται οι ίδιοι ή νέοι άνθρωποι και βρίσκονται όλα σχεδόν ανάμεσα στο σιδηροδρομικό σταθμό και τη νότια όχθη του Έλβα. «Ιδρύθηκαν τη δεκαετία του ’60 γιατί οι φοιτητές αναζητούσαν μέρη όπου θα μπορούσαν να συναντιούνται και να προωθούν πολιτιστικές δραστηριότητες. Κάτι που ισχύει και σήμερα», εξηγεί ο Rico Hoffman, που γεννήθηκε το 1996 και είναι μπάρμαν στο Bärenzwinger. To Bärenzwinger είναι η δεύτερη παλαιότερη φοιτητική λέσχη της πόλης και στεγάζεται σε τμήμα της οχύρωσης, κοντά στο ποτάμι. Ο Rico γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Δρέσδη. Διέκοψε τις σπουδές του. Στόχος του είναι το indie-rock μουσικό σχήμα στο οποίο παίζει κιθάρα και τραγουδάει να γνωρίσει επιτυχία ‒ αν και όχι με κάθε τίμημα. «Ο πραγματικός μου στόχος είναι να ζήσω με υγεία και ηρεμία. Πολύ “ζεν”».
Ο Rico Hoffmann.
Ο Rico Hoffmann. | © Goethe-Institut Italien / Φωτ: Ignacio María Coccia
Την ώρα που μιλάμε με τον Rico, στο Bärenzwinger παρουσιάζεται μια επιθεώρηση για τη Δρέσδη, τη ζωή και την Ευρώπη. «Η πόλη μου είναι πανέμορφη. Είναι υπέροχο να βλέπεις το ηλιοβασίλεμα πίσω από την Άλτστατ. Έχουμε πλούσια πολιτιστική ζωή και πολλά μουσεία. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που είναι θυμωμένοι με την πολιτική κατάσταση στη Γερμανία». Ο Rico δεν εννοεί μόνο την Pegida, αλλά αναφέρεται σε μια διάχυτη δυσαρέσκεια, μια απογοήτευση που υποβόσκει – εδώ, στην υπόλοιπη Σαξονία και σε άλλα ανατολικά κρατίδια. «Η Ανατολή διαμαρτύρεται γιατί έχει λιγότερα από τη Δύση. Οι άνθρωποι εκεί βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση, κερδίζουν περισσότερα χρήματα, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ζωή εκεί είναι και ακριβότερη. Προσωπικά δεν τις καταλαβαίνω αυτές τις αντιπαραθέσεις. Πέρασα καλά παιδικά χρόνια, είχα ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μου, είχα ένα κρεβάτι να κοιμηθώ, είχα να φάω. Δεν έχω παράπονο» λέει ο Rico και προσκαλεί τους δημοσιογράφους οι οποίοι παρακολουθούν ακόμη από κοντά την Pegida: «Πρέπει να έρθουν σε μια λέσχη σαν τη δική μας, για να αποδείξουμε ότι υπάρχει και μια άλλη Δρέσδη!» Σε ό,τι αφορά την Ευρώπη, ο μπάρμαν και μουσικός είναι σαφής: «Δεν ξέρω τίποτε άλλο. Για μένα υπήρχε πάντα και πιστεύω ότι είναι κάτι θετικό, κάτι πολύ ιδιαίτερο». Τον ρωτάμε τι σημαίνει για εκείνον να μπορεί να κινείται ελεύθερα από τη μια χώρα στην άλλη, τι σημαίνει για έναν νέο άνθρωπο από μια Ευρώπη χωρίς σύνορα. «Έχω συγγενείς στο Βρανδεμβούργο, ζουν στη Φρανκφούρτη του Όντερ, στα σύνορα με την Πολωνία. Όταν καμιά φορά πηγαίνω να τους δω την Κυριακή, διασχίζουμε απλά τα σύνορα και κάνουμε βόλτες. Είναι πολύ σημαντική υπόθεση αυτό, και για εμάς είναι πια αυτονόητο. Ακόμη πιο ωραίο θα είναι στο μέλλον όταν περνάμε ευρωπαϊκά σύνορα να μην καταλαβαίνουμε καν την ύπαρξή τους».