100 ΧΡΟΝΙΑ BAUHAUS
ΟΚΤΩ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΓΙΑ ΤΟ BAUHAUS

Ομαδική φωτογραφία των Δασκάλων του Bauhaus στο Ντέσσαου το 1926: (από αριστερά προς τα δεξιά) ο Γιόζεφ Άλμπερς, ο Χίννερκ Σέπερ, ο Γκέοργκ Μούχε, ο Λάζλο Μοχόλυ-Νάγκυ, ο Χέρμπερτ Μπάγιερ, ο Γιόοστ Σμιτ, ο Βάλτερ Γκρόπιους, ο Μαρσέλ Μπρόιερ, ο Βασίλι Καντίνσκι, ο Πάουλ Κλέε, ο Λάιονελ Φάινινγκερ, η Γκούντα Σταίλτσλ και ο Όσκαρ Σλέμμερ.
Ομαδική φωτογραφία των Δασκάλων του Bauhaus στο Ντέσσαου το 1926: (από αριστερά προς τα δεξιά) ο Γιόζεφ Άλμπερς, ο Χίννερκ Σέπερ, ο Γκέοργκ Μούχε, ο Λάζλο Μοχόλυ-Νάγκυ, ο Χέρμπερτ Μπάγιερ, ο Γιόοστ Σμιτ, ο Βάλτερ Γκρόπιους, ο Μαρσέλ Μπρόιερ, ο Βασίλι Καντίνσκι, ο Πάουλ Κλέε, ο Λάιονελ Φάινινγκερ, η Γκούντα Σταίλτσλ και ο Όσκαρ Σλέμμερ. | Φωτ. (λεπτομέρεια): © picture alliance akg images

Λιτός σχεδιασμός, απλότητα, λειτουργικότητα… Πώς το Bauhaus θέλησε να αλλάξει τη ζωή.

Nadine Berghausen

Η ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Να δημιουργήσει μια αίσθηση κοινότητας μέσω της τέχνης: Ούτε λίγο ούτε πολύ, αυτός ήταν ο δεδηλωμένος στόχος του Bauhaus. Και ως προς αυτόν, οι εκπρόσωποί του δεν υπήρξαν μετριόφρονες, καθώς όνειρό τους ήταν το Bauhaus να μπορέσει να υπηρετήσει τον «νέο άνθρωπο» μέσω της εφαρμοσμένης τέχνης. Για τον πρώτο διευθυντή και ιδρυτή του Bauhaus, Βάλτερ Γκρόπιους, αυτό σήμαινε, μεταξύ άλλων, να επιτευχθεί μια στενή σύνδεση διαφόρων πεδίων της τέχνης και της χειροτεχνίας. Τα σχεδιαζόμενα αντικείμενα έπρεπε να προσαρμοστούν σε διαδικασίες παραγωγής που θα επέτρεπαν τη φθηνή και γρήγορη κατασκευή τους. Στόχος ήταν το καλό ντιζάιν να γίνει και πάλι οικονομικά προσιτό στη Γερμανία, η οικονομία της οποίας είχε πέσει στο ναδίρ μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ BAUHAUS

Ακούγεται ίσως σαν μια ειρηνική καλλιτεχνική αποικία. Σήμερα θα φανταζόμασταν έναν φημισμένο graphic designer, έναν αρχιτέκτονα, έναν δημιουργό μόδας, έναν dj, έναν action artist και έναν φωτογράφο μαζεμένους σε μια απομακρυσμένη σχολή Κκαλών Τεχνών, όπου με πενιχρά οικονομικά μέσα θα ζούσαν, θα δίδασκαν και θα ανέπτυσσαν νέες ιδέες για μια καλύτερη κοινωνία. Ωστόσο, η πραγματικότητα της Βαϊμάρης απείχε πολύ από μια τέτοια κοινότητα δημιουργικών ανθρώπων που συνεργάζονταν σε πνεύμα αρμονίας. Ίσα ίσα, δεν συμφωνούσαν σε τίποτα, όπως είπε ο ζωγράφος Γιόζεφ Άλμπερς: «Όταν ο Βασίλι Καντίνσκι έλεγε ναι, εγώ έλεγα όχι, και όταν αυτός έλεγε όχι, εγώ έλεγα ναι». Αυτή η καλλιτεχνική ασυμφωνία ήταν ακριβώς εκείνο που ήθελε ο Γκρόπιους για τη Σχολή του: «Στόχος του Bauhaus είναι να μην υπάρξει ένα ύφος, ένα σύστημα, ένα δόγμα ή ένας κανόνας, μία συνταγή ή μία μόδα! Θα παραμείνει ζωντανό, όσο δεν εξαρτάται από τη μορφή, αλλά αναζητά πίσω από μια διαρκώς εναλλασσόμενη μορφή τη ρευστότητα της ίδιας της ζωής!»

απο ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΩΣ ΤΗ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ

Η πρώτη φάση του Bauhaus στη Βαϊμάρη (1919-1925) χαρακτηριζόταν από τον ενθουσιασμό για το καινούργιο που ξεκινούσε και την όρεξη για δράση. Ο Γκρόπιους προσπαθούσε να συγκεντρώσει ιδέες και να στήσει εργαστήρια. Ενώ λοιπόν την περίοδο της Βαϊμάρης στο Bauhaus πειραματίζονταν ακόμα με θεωρίες, στο Ντέσσαου πια (1925-1932), ο δεύτερος διευθυντής, Χάννες Μάγιερ, άρχισε τις περικοπές. Δεν υπήρχαν πια αρκετά χρήματα ώστε να σπαταλάνε χρόνο συζητώντας για τα βασικά χρώματα και τις μορφές. Τώρα πια έπρεπε να εστιάσουν στη σύλληψη της κοινωνικής οικοδόμησης. Ο Μάγιερ έκανε λόγο για «προλεταριοποίηση» του Bauhaus. Τέλος, υπό τη διεύθυνση του Λούντβιχ Μις φαν ντερ Ρόε, στο Βερολίνο (1932-1933) το κίνημα ήρθε σε οριστική ρήξη με την αρχική ιδέα για φαινόμενα συνέργειας μεταξύ των διαφόρων καλλιτεχνικών κλάδων. Το Bauhaus έγινε τότε Σχολή Αρχιτεκτονικής. 

Ομαδική φωτογραφία των Δασκάλων του Bauhaus στο Ντέσσαου το 1926: (από αριστερά προς τα δεξιά) ο Γιόζεφ Άλμπερς, ο Χίννερκ Σέπερ, ο Γκέοργκ Μούχε, ο Λάζλο Μοχόλυ-Νάγκυ, ο Χέρμπερτ Μπάγιερ, ο Γιόοστ Σμιτ, ο Βάλτερ Γκρόπιους, ο Μαρσέλ Μπρόιερ, ο Βασίλι Καντίνσκι, ο Πάουλ Κλέε, ο Λάιονελ Φάινινγκερ, η Γκούντα Σταίλτσλ και ο Όσκαρ Σλέμμερ.
Ομαδική φωτογραφία των Δασκάλων του Bauhaus στο Ντέσσαου το 1926: (από αριστερά προς τα δεξιά) ο Γιόζεφ Άλμπερς, ο Χίννερκ Σέπερ, ο Γκέοργκ Μούχε, ο Λάζλο Μοχόλυ-Νάγκυ, ο Χέρμπερτ Μπάγιερ, ο Γιόοστ Σμιτ, ο Βάλτερ Γκρόπιους, ο Μαρσέλ Μπρόιερ, ο Βασίλι Καντίνσκι, ο Πάουλ Κλέε, ο Λάιονελ Φάινινγκερ, η Γκούντα Σταίλτσλ και ο Όσκαρ Σλέμμερ. | Φωτ. (λεπτομέρεια): © picture alliance akg images

ΜΙΚΡΟΓΡΑΜΜΑΤΗ ΓΡΑΦΗ

 

Αφίσα του Bauhaus από το 1929.
Αφίσα του Bauhaus από το 1929. | Φωτ.: © picture alliance/Heritage images
Η εταιρική ταυτότητα μετρούσε και τον καιρό του Bauhaus. Απλός και λειτουργικός δεν ήταν μόνο ο σχεδιασμός των σπιτιών και των καθημερινών αντικειμένων, αλλά και των τυπογραφικών στοιχείων. Το 1925 ο Χέρμπερτ Μπάγιερ, νεαρός Δάσκαλος του εργαστηρίου τυπογραφίας και διαφήμισης στο Ντέσσαου, προώθησε τη συνεπή επιβολή της μικρογράμματης γραφής. Γιατί; Μα για να εξοικονομηθεί χρόνος! Σε όλα τα επιστολόχαρτα του Bauhaus τύπωναν πάνω πάνω τη φράση: «γράφουμε όλες τις λέξεις με μικρά γράμματα, επειδή έτσι εξοικονομούμε χρόνο. Εκτός αυτού: γιατί να έχουμε 2 αλφάβητα, όταν και με το ένα έχουμε το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα; Γιατί να γράφουμε με κεφαλαία, από τη στιγμή που δεν μπορούμε να μιλήσουμε σε κεφαλαία;» Η συνειδητή παραβίαση των κανόνων ορθογραφίας που ίσχυαν, θεωρήθηκε χειρονομία μοντερνισμού. Η γραφή αυτή, όμως, είχε και πολιτικές συνέπειες: Οι επιστολές που είχαν παραλήπτη το «Bauhaus από το Ντέσσαου» και ήταν συνταγμένες σε μικρογράμματη γραφή καταστρέφονταν χωρίς δεύτερη σκέψη από τα δημοτικά συμβούλια. Κι αυτό επειδή υπήρχε φόβος για την κομμουνιστική δυναμική των δήθεν πολιτικοποιημένων οπαδών του Bauhaus.

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΟ BAUHAUS

Ομαδική φωτογραφία της τάξης υφαντουργίας της Γκούντα Σταίλτσλ (με γραβάτα), γύρω στο 1927.
Ομαδική φωτογραφία της τάξης υφαντουργίας της Γκούντα Σταίλτσλ (με γραβάτα), γύρω στο 1927. | Φωτ.: © picture alliance/akg-images
Το γεγονός ότι για τη νέα σχολή Καλών Τεχνών ενδιαφέρθηκαν εξίσου πολλές γυναίκες όσο και άντρες εξέπληξε τον Γκρόπιους. Βάσει του νέου Συντάγματος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που εξασφάλιζε απεριόριστη ελευθερία μάθησης στο γυναικείο φύλο, γίνονταν δεκτές και οι γυναίκες ως φοιτήτριες της Σχολής. Παρ’ όλα αυτά, τα πράγματα δεν ήταν εύκολα για εκείνες στο Bauhaus. Ει δυνατόν, οι φοιτήτριες έπρεπε να «ξεφορτώνονται» στο εργαστήριο υφαντουργίας. Εξού και ο Δάσκαλος του Bauhaus για την τοιχογραφία, Όσκαρ Σλέμμερ, αστειεύτηκε κάποτε λέγοντας: «Όπου υπάρχει μαλλί, υπάρχει και μια γυναίκα που υφαίνει, έστω για να περάσει την ώρα της».

ΞΕΦΡΕΝΑ ΠΑΡΤΙ ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΜΕΝΩΝ

Όποιος νομίζει ότι το Bauhaus ήταν ένα καταφύγιο για σοβαρούς αβανγκάρντ καλλιτέχνες που σκέπτονταν μόνο γεωμετρικές φόρμες και αφηρημένες φόρμουλες, κάνει λάθος. Το Bauhaus τάραζε τα νερά όχι μόνο με το απλό κι όμως επαναστατικό ντιζάιν, αλλά και με τα θρυλικά θεματικά πάρτι μεταμφιεσμένων ή τις βραδιές χορού και θεάτρου. Βδομάδες ολόκληρες ράβονταν εξωφρενικά κουστούμια, κατασκευάζονταν περούκες, διδάσκονταν χοροί. Στη σκηνή του ανέβαιναν έργα όπως το Figurales Kabinett [«Σχηματικό κουτί»], μια παρωδία για την πρόοδο και την τεχνολογία, ή το Triadisches Ballett [«Τριαδικό μπαλέτο»], ένας γκροτέσκος συνδυασμός χορού, θεάτρου και παντομίμας. Η αυστηρότητα του ύφους Bauhaus ήταν μία μόνο όψη της ζωής στη Βαϊμάρη, το Ντέσσαου και το Βερολίνο. 
 
Η μουσική μπάντα του Bauhaus, το 1930.
Η μουσική μπάντα του Bauhaus, το 1930. | Φωτ.: © Bauhaus Archiv Berlin

ΧΛΕΥΗ

Οι εκπρόσωποι του Bauhaus πολύ σύντομα δέχτηκαν χλευαστική κριτική για τις ασυνήθιστες ιδέες τους και τη ρήξη τους με την παράδοση. Ο φιλόσοφος Τέοντορ Β. Αντόρνο χαρακτήρισε τα σπίτια με την επίπεδη στέγη «κονσερβοκούτια», ο Ολλανδός ζωγράφος Τέο φαν Ντέσμπουργκ περιγελούσε το Bauhaus λέγοντας ότι τα αντικείμενά του μοιάζουν με «εξπρεσιονιστική μαρμελάδα» και ο φιλόσοφος Ερνστ Μπλοχ έβρισκε την τέχνη του Bauhaus απλώς «ανιστόρητη». Ίσως όμως αυτά τα βιτριολικά σχόλια πρέπει να ιδωθούν ως μέρος της επιτυχίας του κινήματος. 

Σπίτι με επίπεδη στέγη, που κτίστηκε το 1926-27 στον οικισμό του Bauhaus Ντέσσαου-Ταίρτεν.
Σπίτι με επίπεδη στέγη, που κτίστηκε το 1926-27 στον οικισμό του Bauhaus Ντέσσαου-Ταίρτεν. | Φωτ.: © picture-alliance/akg

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΣΤΟ BAUHAUS

Το ρόλο του ζεν Δασκάλου με τάσεις προς τον εσωτερισμό ανέλαβε ο ζωγράφος και οπαδός διαφόρων μεταρρυθμιστικών παιδαγωγικών ιδεών Γιοχάννες Ίττεν, ο οποίος το 1919 ήρθε στο Bauhaus για να διδάξει. Οι μαθητές του τον λάτρευαν απεριόριστα, ενώ οι αντίπαλοί του τον μισούσαν θανάσιμα. Ο Ίττεν έφερε τις αρχές της αίρεσης Mazdaznan στο Bauhaus. Οι οπαδοί της θρησκείας αυτής ήταν χορτοφάγοι, έκαναν νηστείες, εξασκούνταν σε ειδικούς τρόπους αναπνοής και εφάρμοζαν μια συγκεκριμένη σεξουαλική θεωρία. Οι διδακτικές μέθοδοι του Ίττεν προκάλεσαν σάλο: περιλάμβαναν όχι μόνο γυμναστικές και αναπνευστικές ασκήσεις αλλά και εκρήξεις οργής του Δασκάλου με το φλογερό ταμπεραμέντο, όταν οι μαθητές του δεν έκαναν αυτό που ήθελε εκείνος. Ο Ίττεν αποχώρησε από το Bauhaus το 1923 ύστερα από μια αντιπαράθεσή του με τον Γκρόπιους. Ο Δάσκαλος Σλέμμερ συνεισέφερε και σε αυτή την περίπτωση ένα καυστικό σχόλιο: «Ο διαλογισμός και τα τελετουργικά ήταν για τον Ίττεν και τον κύκλο των οπαδών του πιο σημαντικά από τη δουλειά».