Εργαστήριο Συνεργατικής Μετάφρασης
Νέα ώθηση στη διδασκαλία ξένων γλωσσών

CoopTrans Workshop
Η μετάφραση στη διδασκαλία ξένης γλώσσας | © Sylvia Kouveli

Γίνεται να μεταφράσει κανείς Wilhelm Busch χωρίς να ξέρει γερμανικά; Φυσικά, απάντησε η συντονίστρια Μαρία Φιλίππου στην αρχική μου ερώτηση που μαρτυρούσε κάποια δυσπιστία. Και είχε δίκιο, όπως αποδείχτηκε στο τέλος του Εργαστηρίου Συνεργατικής Μετάφρασης που πραγματοποιήθηκε στη λουσμένη στο φως βιβλιοθήκη του Ινστιτούτου Goethe της Αθήνας. Γιατί αφού δούλεψαν μαζί για τρεις ώρες πάνω σε μία από τις κλασικές εικονογραφημένες ιστορίες του Busch, οι 11 επιλεγμένοι συμμετέχοντες συμφώνησαν όλοι ότι το να μαθαίνεις γερμανικά είναι διασκεδαστικό και το να τα μεταφράζεις είναι μια δημιουργική διαδικασία. Η μόνη παρατήρηση που είχαν να κάνουν ήταν ότι το εργαστήριο θα μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο.  

Η μεταφράστρια και καθηγήτρια ξένων γλωσσών Μαρία Φιλίππου, μέλος της ομάδας της πρωτοβουλίας «The Language Project», η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος START, ανέλαβε την προετοιμασία και τη διεξαγωγή του εργαστηρίου. Η οκταμελής ομάδα πιστεύει στον ενωτικόρόλο των γλωσσών, δραστηριοποιείται στην προώθηση της πολυγλωσσίας μέσω εποικοδομητικών συνεργειών και φιλοδοξεί να δώσει νέα ώθηση στη διδασκαλία ξένων γλωσσών χρησιμοποιώντας δημιουργικές μεθόδους. Βασιζόμενη στην πείρα των μελών της τόσο στην εκμάθηση όσο και στη διδασκαλία ξένων γλωσσών, αλλά και σε διαπιστώσεις ειδικών, σύμφωνα με τις οποίες οι επιδόσεις των μαθητών μπορούν να αυξηθούν σημαντικά όταν δεν περιορίζεται κανείς στο να μαθαίνει απέξω, αλλά αφήνει ελεύθερη τη φαντασία, τη διαίσθηση, τη δημιουργική σκέψη, ακόμη και τον αυθορμητισμό του – τις ικανότητες δηλαδή που ούτως ή άλλως πρέπει να διαθέτει ένας μεταφραστής.

Στην πρόσκληση του εργαστηρίου ανταποκρίθηκαν νέοι άνθρωποι των οποίων η μητρική γλώσσα είναι τα ελληνικά και που δεν είχαν γνώσεις γερμανικών. Η ομάδα επέλεξε έντεκα συμμετέχοντες από διπλάσιο αριθμό αιτήσεων συμμετοχής. Μεταξύ αυτών ήταν μία αρχιτέκτονας, μία φοιτήτρια πληροφορικής, αλλά και ορισμένοι που ήδη ασχολούνταν με την εκμάθηση γλωσσών και τη μετάφραση είτε στις σπουδές είτε στο επάγγελμά τους. Όλοι τους είχαν ισχυρά κίνητρα να προσεγγίσουν με αυτό τον τρόπο και για πρώτη φορά τη γερμανική γλώσσα, που θεωρείται δύσκολη. Όλοι τους ενδιαφέρονταν να μάθουν περισσότερα για την τέχνη της μετάφρασης. Κι έτσι, βρέθηκαν μπροστά σε ένα φύλλο χαρτιού με εικονογραφημένα δίστιχα του Wilhelm Busch. Η ιστορία «Ο Σιδεράς και ο Διάβολος» του χιουμορίστα σκιτσογράφου και ποιητή από τον 19ο αιώνα, που στη Γερμανία διαβάζεται μεν ευρέως, αλλά στην Ελλάδα είναι άγνωστος ως τώρα, ξεκινά με τον ιαμβικό στίχο:

Ein kleiner Teufel, bös und frech,
Kommt aus der Hölle, schwarz wie Pech
 
«Ένας διαβολάκος, κακός και θρασσύς,
Απ’ την κόλαση έρχεται πίσσα θαρρείς»


Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επίτευγμα της διδακτικής μεθόδου το πώς οι συμμετέχοντες του εργαστηρίου μάντευαν συνειρμικά μία μία τις λέξεις, με την επιδέξια καθοδήγηση και τις καίριες παρεμβάσεις της συντονίστριας, το πώς ανέτρεχαν στην εγκυκλοπαιδική παιδεία τους και το πώς χρησιμοποιούσαν τις ήδη υπάρχουσες γνώσεις τους σε άλλες ξένες γλώσσες για να συμπεράνουν το νόημα και τη σημασία του κάθε στίχου. Στο τέλος, από τις μικρές ομάδες των 3-4 ατόμων προέκυψαν, μέσα από πολλά γέλια, διαφορετικές στο μεγαλύτερο μέρος τους ελληνικές εκδοχές. Αξιοσημείωτο ήταν επίσης το πώς το αρχικό μέτρο των  στίχων κινήθηκε αυθόρμητα προς ρυθμούς που θύμιζαν ελληνικά δημοτικά τραγούδια.
 
Der Schmied sitzt bei der Schraube,
Der Teufel zupft die Haube.

 
Kάθεται ο σιδεράς στ’ αμόνι,
μα ο διαβολάκος τον ζυγώνει.


Στο τέλος, ρωτήσαμε τους συμμετέχοντες για αυτές τις πρώτες εμπειρίες που είχαν με τη γερμανική γλώσσα: «Πέρα από τη σημασία των μεμονωμένων λέξεων, έμαθα μερικά πράγματα για τη γερμανική γραμματική και σύνταξη. Όπως και για τα κοινά στοιχεία μεταξύ γερμανικών και αρχαίων ελληνικών, πράγμα που μου κίνησε την περιέργεια κι έτσι σκοπεύω να ασχοληθώ περισσότερο με τα γερμανικά στο μέλλον. Τα γερμανικά είναι μια ευχάριστη γλώσσα. Πρόσεξα την τάση σύνθεσης λέξεων, έτσι που προκύπτουν λέξεις-σιδηρόδρομοι. Κι ότι το ρήμα μπαίνει στη δεύτερη θέση στην πρόταση. Ετυμολογικά υπάρχουν πολλές συνάφειες με τα αγγλικά. Ενδιαφέροντες είναι οι ηχητικοί-φωνητικοί συνδυασμοί στις ομοιοκαταληξίες, που ηχούν όμορφα, σαν μουσική, και δεν τους συναντάς σε άλλες γλώσσες. Πρόσεξα ακόμη ότι στα γερμανικά υπάρχει η δοτική και ότι τα ουσιαστικά γράφονται με κεφαλαίο ακόμη και στη μέση της φράσης. Και μου έκανε εντύπωση και μια έκφραση: ενώ στα ελληνικά μιλάμε για «του διαόλου τη μάνα», στα γερμανικά αναφέρονται στη «γιαγιά του διαόλου». Ότι τα γερμανικά είναι η κατ’ εξοχήν δύσκολη γλώσσα, όπως λένε, δεν ισχύει πάντως».
 
Σχετικά με το ίδιο το εργαστήριο, οι συμμετέχοντες είπαν ότι η θεωρία και η πράξη συνδυάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αλληλοϋποστηρίζονται: «Έτσι σου έμεναν πολλά από αυτά που άκουγες χωρίς να βαρεθείς ούτε στιγμή. Το ότι μας δόθηκε η δυνατότητα να εφαρμόσουμε δικές μας ιδέες και να κάνουμε δικές μας μεταφράσεις μου άρεσε πολύ και το διασκέδασαν όλοι. Όπως και το ότι μας δόθηκε η δυνατότητα να συνεργαστούμε. Η όλη διδακτική προσέγγιση της ξένης γλώσσας ήταν εντελώς πρωτοποριακή, π.χ. ότι δινόταν η ίδια βαρύτητα στην κατανόηση του κειμένου, στη χρήση ενός ψηφιακού λεξικού και στις προφορικές ανταλλαγές απόψεων. Ήταν σαν ένα πολύ διασκεδαστικό παιχνίδι. Βεβαίως βοήθησε και το γεγονός ότι τα πήγαμε πολύ καλά μεταξύ μας και συνεργαστήκαμε. Εδώ έπαιξε σημαντικό ρόλο και η ενθαρρυντική στάση της συντονίστριας, που είχε προετοιμαστεί πολύ καλά και ήταν σε θέση να μας μεταδώσει πολλές γνώσεις σε λίγη μόνο ώρα. Γενικά θα λέγαμε ότι το ατού του εργαστηρίου ήταν το ίδιο το εργαστήριο – ο υπέροχος χώρος, οι άνθρωποι, η ατμόσφαιρα και κυρίως η δημιουργικότητα, από την οποία προέκυψε κάτι κατανοητό σε όλους μας».
 
Επομένως, ναι, μπορεί να μάθει κανείς μια νέα ξένη γλώσσα μέσα από τη μετάφραση, και μάλιστα με τρόπο ευχάριστο και διασκεδαστικό. Το εργαστήριο που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα  άνοιξε την όρεξη για περισσότερες παρόμοιες πρωτοβουλίες.