Γραμμα απο την Αθηνα
Αναζητωντας το χαμενο οχι

andhidhima
Τσίπρας και Μέρκελ σε γκράφιτι μεγάλου μεγέθους, στην πρόσοψη του Εμπρός. | © andhidhima

Αθήνα, Δεκέμβριος 2015.  «Εμείς οι καλλιτέχνες πάντα περνούσαμε κρίση» λέει η Βάσω και κοιτάζει προκλητικά πάνω από την μπάρα. Κι όμως, αυτό το πρωινό η κρίση δεν φαίνεται πουθενά. Όλα δείχνουν όπως οπουδήποτε αλλού. 

Όχι μόνο στο αεροδρόμιο, αλλά και στο Bios, τη σημαντικότερη ανεξάρτητη θεατρική σκηνή της Αθήνας, κυριαρχεί κοσμοπολίτικη πολυτέλεια και άνεση: Ο ήλιος λούζει τη μεγάλη τζαμαρία της πρόσοψης, από τη διερχόμενη κίνηση ακούγεται μόνο ένας υπόκωφος βόμβος και ο καφές είναι εξαιρετικός. Η Βάσω, 38 ετών, σκηνοθέτιδα, περφόρμερ, μπαργούμαν, φτιάχνει αφρόγαλα. Για πολιτικά δεν θέλει ούτε να ακούσει. «Είναι όλα ψέματα, καλοφτιαγμένα μεν, αλλά ψέματα». Η Βάσω πιστεύει στη φιλία, το εγκεφαλικό σεξ και τον Μπέκετ.

Ώρα μηδέν

Σήμερα κανείς δεν θέλει να μιλάει για πολιτικά, λέει η Γαβριέλλα, η διευθύντρια του Bios. Στο θέατρο ο κόσμος προτιμάει να βλέπει κωμωδίες. Μετά την άνοδο του Σύριζα και την αποτυχία του, που ακολούθησε πολύ σύντομα, μέσα σε διάστημα λίγων μόλις μηνών, η Ελλάδα μοιάζει να έχει φτάσει στο σημείο μηδέν από άποψη πολιτικής. «Είναι όπως όταν έχει πεθάνει κάποιος σε μια οικογένεια και τα μέλη της δεν είναι ακόμη έτοιμα να μιλήσουν γι’ αυτό» ακούγεται αργότερα την ίδια μέρα σε μια συζήτηση με το κοινό. Η κατάσταση διχάζει και τη στρατευμένη καλλιτεχνική σκηνή της πόλης. Τρανό παράδειγμα, το υπό κατάληψη θέατρο «Εμπρός». Σε μια παρόμοια κίνηση με εκείνην του Teatro Valle Occupato στη Ρώμη, πριν από λίγα χρόνια συσπειρώθηκαν στο «Εμπρός» καλλιτέχνες και ακτιβιστές με ευαισθησία στις κοινωνικές δράσεις, εναντίον της νεοφιλελεύθερης επιβολής λιτότητας. Το 2013 βρέθηκε εδώ και η βερολινέζικη θεατρική κολεκτίβα «Ευρωπαϊκή Συλλογικότητα για Πολιτιστικά Ζητήματα» (EGfKA), ως μέλος της οποίας φιλοξενούμαι αυτές τις μέρες στην Αθήνα. Μέσα από ένα δεκαπενθήμερο, ανοιχτό εργαστήριο προέκυψε η παράσταση που θα παιχτεί απόψε το βράδυ στο Bios: Φλεγόμενα αυτοκίνητα και λεηλατημένες βιτρίνες σε γρήγορη εναλλαγή εικόνων στην οθόνη, με μουσική υπόκρουση το «Imagine». Ένας μαύρος νεαρός χορεύει με κράνος και υψωμένο το μεσαίο δάχτυλο μπροστά σε ένα τείχος πάνοπλων αστυνομικών. Εικόνες μιας άλλης εποχής. Η ονομασία «Εμπρός» δεν είναι τυχαία. Τι γίνεται όμως όταν μια τέτοια προοδευτική κίνηση «σκαλώσει»; 

Στρατηγική οπισθοχώρηση

Σε ένα hype καφέ των Εξαρχείων, συνοικίας του εναλλακτικού-καλλιτεχνικού χώρου, συναντώ τον Βασίλη Νούλα. Το 2011, ήταν από τους πρωτεργάτες της κατάληψης του Εμπρός, ως μέλος της Κίνησης Μαβίλη. Ήταν επίσης και από τους τελευταίους που αποχώρησαν, όταν οι συναντήσεις τραβούσαν πια σε μάκρος και το θέατρο θύμιζε ολοένα και περισσότερο μια συνηθισμένη αναρχική κατάληψη. Ο Βασίλης αυτοχαρακτηρίζεται σκηνοθέτης θεάτρου και visual artist. Είναι συμπαθητικός, έχει λέγειν, χωρίς όμως τον φοβισμένο εγωκεντρισμό που κάνει άλλους αριστερούς του καλλιτεχνικού χώρου τόσο ανυπόφορους. Μια υπόνοια ειρωνείας υπάρχει διαρκώς γύρω από τα μάτια του ή το στόμα του, όταν σκύβει προς τον συνομιλητή του για να πει κάτι. Η κρίση κρύβει και ελευθερίες, λέει. Τα ενοίκια είναι χαμηλά, υπάρχουν πολλοί κενοί χώροι. Φυσικά και είναι πρόβλημα όταν νέοι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να ζουν από τη σύνταξη των γονιών τους. Από την άλλη, βέβαια, η ανεργία μπορεί να σημαίνει και περισσότερο ελεύθερο χρόνο.

Από τον Ιούνιο υπάρχει μια καινούργια κατάληψη. Ο Βασίλης είναι ένας από τους εμπνευστές της: Πρόκειται για το «Green Park», που παλιά ήταν αναψυκτήριο. Το μονώροφο κτίριο με την καλλιγραφημένη επιγραφή στη στέγη του θυμίζει κάτι από Καλιφόρνια. Η πίσω πλευρά του βλέπει σε ένα πάρκο της Αθήνας, στο οποίο κατοικούν παράνομοι μετανάστες, άστεγοι και τζάνκι, από τότε που τους έδιωξαν από πιο κεντρικά και «ορατά» σημεία της πόλης. Τις νύχτες, στην κατάφωτη διασταύρωση στην είσοδο του πάρκου βρίσκονται αστυνομικοί, σαν στρατιωτικό μπλόκο. Το μανιφέστο της κατάληψης προβάλλει το αίτημα της ελαφρότητας, του αυτοσαρκασμού, της κριτικής και της χαράς, ως βάσης για μια ανοιχτή διαδικασία. Τον Σεπτέμβριο φιλοξενήθηκαν εδώ διάσημοι θεωρητικοί όπως ο Gerald Raunig, η Isabell Lorey και η Bojana Kunst, ως ομιλητές ενός συνεδρίου με τίτλο «Institutions, Politics, Performance» (Θεσμοί, πολιτική, παράσταση), που εστίαζε στο ζήτημα των θεσμών.
 
Ο Σύριζα είναι φυσικά μια μεγάλη απογοήτευση, λέει ο Βασίλης, αλλά σε αυτό έρχεται να προστεθεί και η σύγχυση που μπορεί να δημιουργήσει μια αριστερή κυβέρνηση: Οι διαχωριστικές γραμμές θολώνουν, δεν υπάρχει ένας κοινός αδιαμφισβήτητος αντίπαλος. Πέραν αυτού, ο Βασίλης διακρίνει και ένα είδος πολιτιστικής αποικιοκρατίας: «Η Αθήνα έχει γίνει hype. Έρχονται εδώ άνθρωποι σαν εσένα, Γερμανοί και Αμερικανοί κυρίως, ή διοργανώσεις σαν την Μπιενάλε, την Ντοκουμέντα, που επιδίδονται σε μια άκρως επιφανειακή εκμετάλλευση των εικόνων της κρίσης απευθυνόμενοι σε ένα αστικό κοινό». Buying conscience, πώς να αγοράσετε συνείδηση δηλαδή. Η απάντηση σε όλα αυτά, κατά την άποψή του, είναι να αρνηθείς να κάνεις πολιτικοποιημένη τέχνη: «Το Όχι είναι η στάση του αληθινού καλλιτέχνη, όπως και του έφηβου. Με το Όχι αρχίζουν όλα».

Επιστροφή στο θέατρο Εμπρός. Η διαδρομή περνά από την Ομόνοια, μια πλατεία που προ διετίας ήταν ακόμη κάτι σαν no go area, ένα είδος «άβατου». Σήμερα, η αστυνομία κάνει αισθητή την παρουσία της εδώ. Σαν αστείο ή σαν το λάβαρο ενός νικηφόρου στρατού κρέμεται πάνω από την πλατεία μια διαφήμιση της Ελλάδας, ίσαμε 10 μέτρα, σε γαλανό και λευκό, με ηλιοφώτιστους ναούς και κυματάκια που στραφταλίζουν. Είναι λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Στη γειτονιά του Ψυρρή βλέπω, για πρώτη φορά από την άφιξή μου, τις χαρακτηριστικές εικόνες της κρίσης. Σκληρές αντιθέσεις. Άστεγοι κείτονται σαν νεκροί κάτω από τη φωταγωγημένη, πολύχρωμη βιτρίνα ενός καταστήματος με παιχνίδια.

Καμιά ψευδαίσθηση

Στην άκρη μιας πλατείας με καφετέριες, μπαρ και μία εκκλησία βρίσκεται κρυμμένο το Εμπρός. Το κτίριο μοιάζει βιομηχανικό, είναι ένα παλιό τυπογραφείο. Το κόκκινο αστέρι πάνω από την επιγραφή «Εμπρός» βρίσκεται στο σκοτάδι. Στην πρόσοψη του κτιρίου ο Τσίπρας και η Μέρκελ χαριεντίζονται σε ένα γκράφιτι μεγάλου σχήματος. Η Καγκελάριος χαμογελάει τρυφερά. Από μέσα ακούγονται γέλια. Μια ηθοποιός με αμφίεση σκελετού εκσφενδονίζει σκηνικά αντικείμενα. Είναι η τελευταία σκηνή ενός «stand-up tragedy».

Λίγο μετά στριμώχνομαι με την καλλιτέχνιδα, τον σιωπηλό της σύζυγο, την έφηβη κόρη της και τον τεχνικό στο αμάξι. Στο εστιατόριο της Αγοράς σερβίρουν ακόμη ζεστό φαγητό. Η Τατιάνα σηκώνει το βλέμμα από το πιάτο με τον πατσά και με περιεργάζεται με έξυπνα μάτια. Μοιάζε να υποδύεται ακόμα το ρόλο της, την κυρία Σκελετό. Μαθαίνω ότι ο «τεχνικός» δεν είναι τεχνικός, αλλά ο Άντυ, ένας sound designer και συνθέτης αλβανικής καταγωγής. Στο Εμπρός δεν υπάρχουν τεχνικοί, μου εξηγούν: «Κάνουμε απ’ όλα, ό,τι μπορούμε δηλαδή: είμαστε καλλιτέχνες, τεχνικοί, συνεργείο καθαρισμού».

Το πώς ακριβώς εξελίχτηκε το Εμπρός, το πώς διχάστηκε, αποδεικνύεται δύσκολο να το ανακαλύψω εκείνο το βράδυ. Η Τατιάνα χαρακτηρίζει την αρχική κολεκτίβα καταληψιών της Μαβίλη ως ομάδα καλλιτεχνών με «αριστερίζουσες απόψεις». Λέει πως δεν τόλμησαν καν να πουν την κίνηση με τ’ όνομά της κι αντί για κατάληψη την ανέφεραν πάντα ως «ενεργοποίηση». Όταν κάποια στιγμή, βρέθηκαν μπροστά στην απειλή μιας εκκένωσης του χώρου από την αστυνομία, απευθύνθηκαν στη γειτονιά ζητώντας υποστήριξη. Η εκκένωση αποτράπηκε. Παρ’ όλα αυτά, επήλθε ρήξη μεταξύ των παλιών και των νέων ακτιβιστών. Κρίσιμο υπήρξε το θέμα της οργάνωσης. Οι καλλιτέχνες, σύμφωνα με την Τατιάνα, ήθελαν να διατηρήσουν την εξουσία τους στο θέατρο ως επιμελητές. Αντίθετη άποψη είχαν άνθρωποι σαν την ίδια, που ήθελαν μια ανοιχτή, τακτική γενική συνέλευση, την οποία τελικά και συγκάλεσαν. Αυτό σήμανε τη στροφή προς ένα κλασικό αμεσοδημοκρατικό εγχείρημα, με πολύωρες συναντήσεις, χρονοβόρες διαδικασίες λήψης αποφάσεων και λοιπά. «Υπήρξαν συγκρούσεις, ήταν όλα πολύ κουραστικά και στο τέλος έφυγαν».

Αλλάζουμε θέμα – περνάμε πάλι στην κυβερνητική πολιτική. Με το φαΐ και το κρασί ανέκτησε δυνάμεις και ο σύζυγος της Τατιάνας. Τον Σύριζα δεν τον έχει σε καμιά υπόληψη. Λέει πως απλά εκμεταλλεύτηκε τα κοινωνικά κινήματα. Σε επίπεδο Κοινοβουλίου, τα μέτρα λιτότητας πράγματι είναι αναπόφευκτα. Η συζήτηση περνά στο θέμα του δημοψηφίσματος. Η εβδομάδα που προηγήθηκε αυτού ήταν αφόρητη, λέει. Προπαγάνδα μέχρι τελικής πτώσεως. Το Όχι ήταν μια έκπληξη. «Μια σημαντική συμβολική κίνηση» λέει η Τατιάνα, «αλλά τίποτα παραπάνω. Ποτέ δεν είχαμε ψευδαισθήσεις».

Καλημέρα, κύριε Πρωθυπουργέ

Τελευταία μέρα. Στην είσοδο του Εθνικού Θεάτρου περιμένω τον Ανέστη Αζά. Συμμετείχε και αυτός στην κατάληψη του Εμπρός. Ένας τύπος με στολή πορτιέρη πάει να με διώξει, γυρίζει όμως στη θέση του όταν ακούει το όνομα. Γιατί ο Αζάς, που σπούδασε στη Γερμανία και έχει συνεργαστεί μεταξύ άλλων με τους Rimini Protokoll, είναι κάτι σαν σταρ στην Ελλάδα. Μαζί με τον Πρόδρομο Τσινικόρη διευθύνει από το περασμένο καλοκαίρι την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Από την κατάληψη στον κρατικό θεσμό – έχουμε να κάνουμε άραγε με κάτι αντίστοιχο του Σύριζα στο χώρο του θεάτρου;

Ξαφνικά εμφανίζεται, μου δίνει το χέρι, ανοίγει μια πόρτα. Το βασίλειό του βρίσκεται στον κάτω όροφο. Μια τυπική μικρή εναλλακτική σκηνή. Καθόμαστε στο χώρο των θεατών μπροστά στα μινιμαλιστικά σκηνικά της παράστασης του Αζά που παίζεται αυτές τις μέρες, η οποία πραγματεύεται την ελληνική προσφυγική πολιτική σε ένα είδος θεάτρου-ντοκιμαντέρ. Στο χώρο υπάρχει η χαρακτηριστική μυρωδιά υπογείου. Η συζήτηση γίνεται στα γερμανικά. Ο Ανέστης είναι ένας μικροκαμωμένος άντρας με σκούρα γκρίζα μάτια, σκεφτικό βλέμμα και αεράτο στυλ. Ο φόβος για θεσμικές εξαρτήσεις τού είναι άγνωστος. Αυτό που θέλει να κάνει είναι «θεατρική πολιτική», να θέτει ζητήματα, να δουλεύει με μακροπρόθεσμους στόχους. Στο πρόγραμμα υπάρχει ήδη ένα θεατρικό εγχείρημα με θέμα την ηλικία κι ένα άλλο για την ιστορία του ελληνικού αντάρτικου πόλης, ένα θέμα-ταμπού. Πριν από δυο μέρες, λέει, μπήκε στο θέατρο ο Τσίπρας. «Του είπα λοιπόν: Καλημέρα, κύριε Πρωθυπουργέ, χαίρομαι που ήρθατε!»

Πολιτικό θέατρο; Πρέπει να είναι ενδιαφέρον, να αφορά τον κόσμο, λέει ο Ανέστης. Την επίπεδη ειδησεογραφία των mainstream μέσων, που απευθύνεται στο συναίσθημα, την απορρίπτει. Όπως απορρίπτει και το προπαγανδιστικό θέατρο, που πάντα παρουσιάζει ως εχθρό τον ιμπεριαλισμό και μόνο. «Αυτό ίσως να ισχύει, αλλά είναι βαρετό». Πρέπει να καταπιαστεί κανείς με συγκεκριμένα θέματα που γεννούν τις συγκρούσεις, λέει, έτσι προκύπτει η δημιουργικότητα: Θέματα όπως το διχασμό της κοινωνίας κατά τη διάρκεια της κρίσης, την εξαφάνιση της μεσαίας τάξης, την άνοδο της ευρωπαϊκής Δεξιάς. «Αυτή τη στιγμή κυριαρχεί η εξάντληση» πιστεύει ο Ανέστης. «Θα χρειαστούν μερικοί μήνες μέχρι να αποκρυσταλλωθεί πάλι μια πολιτική στάση». Ύστερα με συνοδεύει στην έξοδο, το αεροδρόμιο με περιμένει.