Συνομιλία με τον Karl-Heinz Göttert
«Η γερμανική γλώσσα δεν είναι μόνη της»

Στο επίκαιρο βιβλίο του Αποχαιρετισμός από τη γλώσσα-μητέρα ο Karl-Heinz Göttert διερευνά τη θέση που καλείται να λάβει η γερμανική γλώσσα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Ο Γερμανός φιλόλογος από την Κολωνία μίλησε με το Goethe.de για τη γερμανική και τον κόσμο, για την εξουσία της αγγλικής – αλλά και για τους ευτυχείς μοναχούς που περιηγούνταν την Ευρώπη στον Μεσαίωνα.

Κύριε Göttert, στο καινούριο σας βιβλίο «Αποχαιρετισμός από τη γλώσσα-μητέρα» αναφέρεστε στον διεθνή του ποδοσφαίρου Kevin Kuranyi, τα παιδιά του οποίου μεγαλώνουν μαθαίνοντας, εκτός από τα γερμανικά, και κροάτικα, ισπανικά και ρώσικα. Πιστεύετε πως εμείς που ζούμε σε μια πολυ-γλωσσική πατρίδα, πρέπει να ξεχάσουμε την ιδέα της γερμανικής ως «μητρικής γλώσσας»;

Όχι. Όμως πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουμε πως τα γερμανικά δεν είναι πια η μόνη γλώσσα και να αντιδράσουμε δημιουργικά στην ποικιλότητα που έφερε η παγκοσμιοποίηση. Στη χώρα μας μιλιούνται κατά προσέγγιση 130 γλώσσες. Ασφαλώς οι φορείς τους, αν θέλουν να τα βγάλουν πέρα εδώ, είναι υποχρεωμένοι να μπουν στον κόπο να μάθουν γερμανικά. Επιβάλλεται ωστόσο να τους βοηθήσουμε χτίζοντας γέφυρες.

Συνεπώς, η υπόθεση που διατυπώνω στο βιβλίο μου δεν είναι πως πρέπει να ξεχάσουμε τη γερμανική ως «μητρική γλώσσα», αλλά τη γερμανική ως «γλώσσα-μητέρα»: θα ήταν λάθος να περιβάλλουμε τη γερμανική με κάποιου είδους μυστικισμό, ο οποίος εξυψώνει τους φορείς της σε κάποια ειδική ή και υπέρτερη θέση.

H θεωρία του Humboldt δεν ισχύει πια

Άρα η διατύπωση του Humboldt για τη θέσπιση της ταυτότητας της πατρίδας διαμέσου της γλώσσας δεν ισχύει πια στη σημερινή Γερμανία;

Όχι, διότι αφορούσε μια κατάσταση πραγμάτων που ίσχυε στον 19ο αιώνα. Πριν από την ίδρυση του Γερμανικού Ράιχ το 1871, αναζητούσαν τις συνδετικές δυνάμεις του έθνους στην κοινή γλώσσα. Αυτό έθεσε τη γερμανική γλώσσα υπό τρομαχτική πίεση όσον αφορά την ποιότητα και την καθαρότητά της. Σήμερα ξέρουμε πως αυτός ο δρόμος ήταν λανθασμένος. Δεν υπάρχει καθαρή γλώσσα. Συνεπώς δεν αξίζει να επιδιώκει κανείς κάτι τέτοιο. Ο Wilhelm von Humboldt είναι αναμφισβήτητα ένας μεγάλος φιλόλογος. Όμως εκπροσωπεί τη γλωσσική φιλοσοφία του 19ου αιώνα, η οποία δεν ταιριάζει πλέον στην εποχή μας.

Να χτίσουμε μια Ευρώπη χωρίς γερμανικά;

Ποιος ρόλος αντιστοιχεί πλέον στους Γερμανούς στο σημερινό κόσμο;

Η επιρροή της γερμανικής γλώσσας όσο πάει και μειώνεται. Ως το 1920 ήταν η κυρίαρχη παγκόσμια γλώσσα. Η ανάμνηση αυτής της πραγματικότητας υπάρχει ακόμα και σήμερα στη συνείδηση των Γερμανών. Ωστόσο, ακόμα και σε ανατολικές χώρες όπως η Πολωνία, η Τσεχία, η Ουγγαρία, η γερμανική δεν χρησιμεύει πλέον όπως παλιά – και επί μακρόν – ως γλώσσα-γέφυρα, αλλά επέχει πλέον θέση δεύτερης γλώσσας, μαζί με τα αγγλικά.

Και πώς βλέπετε τα πράγματα εκεί όπου χτίζεται η Ευρώπη – στις Βρυξέλλες;

Συγκριτικά με άλλες επίσημες γλώσσες εργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η γερμανική γλώσσα είχε αρχικά έναν ρόλο που παραχωρήθηκε βαθμηδόν στην αγγλική.

Αυτό μπορεί να μας λυπεί, οφείλουμε όμως να το κατανοήσουμε. Στο επίπεδο της γλώσσας εργασίας, δηλαδή όχι της επίσημης γλώσσας, που είναι δεσμευτική για κάθε δημόσια αρχή, πρωτεύει η διευκόλυνση της επικοινωνίας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως εγώ συμφωνώ να εξελιχθεί η Ευρώπη σε έναν αγγλόφωνο χώρο.

Η συνδρομή του διαδικτύου

Ένα από τα μεγάλα πεδία, όπου η αγγλική γλώσσα είναι απόλυτα κυρίαρχη είναι η επιστήμη …

Αυτό είναι βέβαια ένα πρόβλημα: όχι μόνο στην επιστήμη γενικά, αλλά κυρίως σε τομείς όμως οι φυσικές επιστήμες και η ιατρική. Ένας διακεκριμένος γιατρός με μέτρια γνώση της αγγλικής μειονεκτεί. Τι μπορεί να γίνει; Η επιστήμη προωθεί την ανταλλαγή. Ό,τι πρωτίστως ενδιαφέρει τους επιστήμονες είναι η ταχύτητα της επικοινωνίας.

Ένα πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η αγγλική γλώσσα τείνει να επικρατήσει απολύτως και στην επιστημονική βιβλιογραφία. Με δημοσιεύσεις στα γερμανικά δεν έχει κανείς πολλές ελπίδες να διεκδικήσει μια πανεπιστημιακή έδρα στο εξωτερικό. Εδώ, η συνδρομή του διαδικτύου μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική – και από την άποψη του χαμηλού κόστους.

Επίσης, υπάρχουν πλέον και στη Γερμανία όλο και περισσότεροι κλάδοι σπουδών με διεθνή προσανατολισμό, όπου η διδασκαλία γίνεται στην αγγλική …

Και στο σημείο αυτό έχει σημασία να δούμε τους αριθμούς, οι οποίοι προς το παρόν κυμαίνονται στο πέντε τοις εκατό. Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη ότι είναι επιθυμητή η προσέλκυση φοιτητών. Εδώ υπεισέρχεται εντέλει και ο οικονομικός παράγοντας.

«Η αστυνόμευση της γλώσσας δεν ενδείκνυται»

Έχει κανείς την εντύπωση πως και η ίδια η γερμανική γλώσσα ενσωματώνει βαθμηδόν ολοένα περισσότερα αγγλικά στοιχεία. Μήπως να θεσπιστεί κάτι σαν «προστασία του είδους»;

Δεν θα το ΄λεγα. Στην επαφή με άλλες γλώσσες είναι φυσικό να προκύπτουν τέτοια φαινόμενα, τα οποία συναρτώνται με την πολιτισμική κυριαρχία. Αν π.χ. θέλουμε να μιλήσουμε για την αγγλική κυριαρχία, ο πολιτισμός της pop και της τεχνολογίας της πληροφόρησης θα ήταν τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Στην περίπτωση αυτή, μια σκέψη είναι να λάβει κάποια μέτρα το κράτος …

… Και ο «γαλλικός δρόμος» …

… τον οποίον στο μεταξύ οι Γάλλοι έκλεισαν οριστικά! Δεν υπάρχουν πια γλωσσικοί κανόνες στη Γαλλία – αντιθέτως: υπάρχουν τάσεις απομάκρυνσης από ό,τι θεωρείται πια εσφαλμένο.

Ένα είδος αστυνόμευσης που ζητούν ορισμένοι και στη Γερμανία, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Δεν θα πετύχει άλλωστε. Καλύτερα να αφήσουμε την πρωτοβουλία στους ανθρώπους που τους αφορά. Όταν το πράγμα πάει να ξεφύγει προς την κατεύθυνση της υπερβολής, διορθώνεται από μόνο του. Εν πάση περιπτώσει, όποιος θέλει να γελοιοποιηθεί, ας το κάνει. Κατά κανόνα θα βρεθεί εκτεθειμένος. Εγώ από την πλευρά μου είμαι κάθετα ενάντιος στην προσπάθεια διατήρησης της έτσι κι αλλιώς προβληματικής γλωσσικής καθαρότητας με νόμους.

Να μιλάει κανείς μία γλώσσα ή πολλές;

Gib es denn noch gute Gründe für Deutsch als Fremdsprache?

Ασφαλώς! Για παράδειγμα, όλοι όσοι θέλουν να σπουδάσουν ή να εργαστούν στη Γερμανία επιβάλλεται να μάθουν γερμανικά. Ας μην ξεχνάμε ότι η Γερμανία είναι ένα ισχυρό έθνος. Και η οικονομική τους κατάσταση βρίσκεται σε ένα βέλτιστο επίπεδο. Σύμφωνα με έρευνες, η γερμανική είναι η δέκατη κατά σειρά ισχυρότερη γλώσσα παγκοσμίως. Γι’ αυτό και οι γερμανόφωνοι συνομιλητές είναι τόσο σημαντικοί στο εξωτερικό.

Να υπάρχει μια ενιαία lingua franca (κοινή γλώσσα) ή γλωσσική ποικιλότητα; Τι χρειάζεται περισσότερο η παγκοσμιοποιημένη ανθρωπότητα;

Και το ένα και το άλλο. Η ΕΕ – πολύ σοφά κατά τη γνώμη μου – προσπαθεί να περάσει την τριγλωσσία: δηλαδή πέραν της μητρικής, τη γλώσσα του γείτονα και μια lingua franca. Η πολυγλωσσία είναι εξαιρετικά σημαντική ακόμα και σε μια παγκοσμιοποιημένη ανθρωπότητα. Αλλά και η κοινή γλώσσα είναι απαραίτητη, αν θέλει κανείς να δραστηριοποιηθεί οπουδήποτε στον κόσμο και να νιώθει επαρκής.

Εγώ πάντως, ως Γερμανός φιλόλογος, δεν μπορώ να ζήσω με μία μόνο γλώσσα. Και μόνο οι συγκριτικές μελέτες που μ’ ενδιαφέρουν άμεσα στη δουλειά μου, με υποχρεώνουν να καταργήσω τα σύνορα που με χωρίζουν από την Ιταλία, τη Γαλλία ή την Αγγλία. Σε δυο εβδομάδες πάω στην Κίνα. Εκεί βέβαια, η μόνη μου ελπίδα είναι να μιλάει αγγλικά τουλάχιστον ο οδηγός του ταξί.

Στις μέρες μας η lingua franca είναι τα αγγλικά, παλιότερα ήταν τα γαλλικά κι ακόμα πιο παλιά τα λατινικά. Οι μοναχοί του Μεσαίωνα μπορούσαν με αυτή και μόνο την αποσκευή να ταξιδεύουν από τη Σικελία ως την Σκωτία! Τι ωραίο πράγμα! Πόσο θα ΄θελα κι εγώ να κάνω το ταξίδι από τη Σκωτία ως τη Σικελία και να μπορώ να κλείνω δωμάτιο στα ξενοδοχεία χωρίς πρόβλημα. Φυσικά θα προτιμούσα να το κάνω στη γλώσσα της κάθε χώρας απ΄ όπου θα περνάω. Νομίζετε πως αντιφάσκω; Όχι, καθόλου.